- ετεροζήτηση
- η(λογ.), ψευδώνυμος συλλογισμός του οποίου το συμπέρασμα είναι άσχετο προς την αποδεικτέα πρόταση.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
ετεροζήτηση — η 1. η ζήτηση άλλου πράγματος και όχι αυτού που πρέπει 2. (λογ.) αποδεικτικό σφάλμα κατά το οποίο το συμπέρασμα δεν συμφωνεί ούτε ποιοτικά ούτε ποσοτικά με αυτό που πρέπει να αποδειχθεί … Dictionary of Greek